«Οι Δελφίνοι ή Καζιμίρ και Φιλιντόρ» από το ΚΘΒΕ

Σε πρώτη πανελλήνια παρουσίαση
ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΥΛΟ ΛΕΜΟΝΤΖΗ
Η πολιτική σκέψη έχει κάνει μεγάλα άλματα, έχει θέσει νέα ερωτήματα, ανοίγοντας το πεδίο των εναλλακτικών προτάσεων. Η τέχνη, και συγκεκριμένα η θεατρική τέχνη, δίνει τις δικές της απαντήσεις γύρω από πολιτικούς προβληματισμούς, ασκώντας κριτική που, άλλοτε αφομοιώνεται από τους ηγεμονικούς λόγους, ενώ άλλοτε καταφέρνει να αναδείξει διεξόδους και εναλλακτικές. Τα εργαλεία με τα οποία η τέχνη επιχειρεί να αποκαλύψει, όσα αποκρύπτονται από τον κυρίαρχο λόγο, είναι ένα από τα ζητήματα, τα οποία και η συγκεκριμένη παράσταση καλείται να αναδείξει.
Κείμενο – σκηνοθεσία Θωμάς Μοσχόπουλος
«Είναι ένα έργο που γράφτηκε την εποχή της πρώτης καραντίνας», λέει χαρακτηριστικά ο Θωμάς Μοσχόπουλος και υπογραμμίζει «Θα μπορούσε να είναι και μια απλή άσκηση ύφους, αλλά προτιμώ να χρησιμοποιήσω τον χαρακτηρισμό : «Κωμωδία απόγνωσης». Εύχομαι να απηχεί κάτι από το αίσθημα της συλλογικής κατάστασής μας, τον εγκλεισμό, την αναμονή και, κυρίως, την περίτρανη βλακεία της ανθρώπινης «ευφυΐας».
Δύο Δελφίνοι, ο Καζιμίρ και ο Φιλιντόρ, αναμένουν την απόφαση για το ποιος από τους δύο θα γίνει ο μελλοντικός βασιλιάς, υπό το άγρυπνο βλέμμα ενός υπηρέτη. Ανυπόμονος, ανασφαλής και αυταρχικός ο Καζιμίρ. Πράος, ευγενικός και καλοσυνάτος ο Φιλιντόρ.
Ο υπηρέτης δεν κάνει και πολλά πράγματα. Οι δυο τους όμως κάνουν τα πάντα (σε λογικό βεβαίως επίπεδο).Επιχειρηματολογούν, λογοφέρνουν, λογοδίνουν, λογοπαίζουν, εκλογικεύουν και παραλογίζονται, χρησιμοποιούν από σχήματα λόγου έως άλογα σχήματα, προκειμένου να αποδείξουν εκείνο που ο καθένας θεωρεί πως θα έπρεπε να είναι αυταπόδεικτο: «Εγώ και μόνον εγώ είμαι ο πιο κατάλληλος να γίνω ο επόμενος βασιλιάς».
Η αγωνία τους κορυφώνεται ακόμα περισσότερο, όταν διαπιστώνουν πως ο χρόνος αρχίζει να χάνεται ανεξήγητα, ακόμη κι όταν το περιεχόμενο ενός φακέλου θα τους βάλει σε μια πρωτόγνωρη δοκιμασία.
Μήπως ο υπηρέτης τελικά έχει το κλειδί της ιστορίας;
Ο Θωμάς Μοσχόπουλος πραγματεύεται τα θέματα της εξουσίας και του ανταγωνισμού, σε ένα κείμενο που συνομιλεί ανοιχτά με τον Μπέκετ, τόσο σε επίπεδο γραφής όσο και περιεχομένου. Σε ένα δυστοπικό περιβάλλον όπου ενυπάρχει και το στοιχείο της απειλής, έστω εκκρεμές, περιμένουμε συνεχώς κάτι να συμβεί, ενώ οι χαρακτήρες συνομιλούν πασχίζοντας να επικοινωνήσουν. Μια επικοινωνία που σαμποτάρεται από λεκτικά παιχνίδια και κωμικές στιχομυθίες, μέσα σε έναν διαρκή αγώνα επιβολής και επιβίωσης. Η πάλη για εξουσία σταδιακά μετατρέπεται σε υπαρξιακή αγωνία, την ώρα που οι δύο Δελφίνοι διανύουν μια διαδρομή πτώσης και έκπτωσης.
Ο δημιουργός, ιχνηλατώντας με κατανόηση τον μπεκετικό κόσμο, αποτυπώνει με ακρίβεια το τραγικοκωμικό σύμπαν του δικού του έργου, όπου το γέλιο και η απόγνωση συνυπάρχουν αξεδιάλυτα.
«Μπροστά σου το χειρότερο ώσπου να αρχίσεις να γελάς». Απόφθεγμα του Μπέκετ, κατά δήλωση του σκηνοθέτη, ο οποίος συμπληρώνει: «αυτή ακριβώς είναι η αίσθηση της τραγικότητας που την έχει και η τραγωδία. Η επίγνωση ότι παίρνω πολύ στα σοβαρά τον εαυτό μου, αυτό είναι για μένα το τραγικό της ανθρώπινης ύπαρξης. Η αίσθηση ότι θα βρεις νόημα, ότι εσύ δε θα χαθείς, ότι εσύ είσαι διαφορετικός. Αυτό για μένα είναι μια τραγική συνείδηση που απλά αντέχεται μόνο μέσα από το χιούμορ.
Αυτό το έργο δεν μπορείς να το προσεγγίσεις μόνο συναισθηματικά κι αυτή είναι η μεγάλη του αλήθεια. Είναι ένας αδιάκοπος διάλογος ανάμεσα στο λογικό και το παράλογο, το κωμικό και το τραγικό, το μεγάλο και το μικρό».
Όταν ο αρχηγός, παράδειγμα, σε κάποιο βασίλειο ή και κόμμα εξουσίας , αμφισβητείται εξαιτίας ανικανότητάς του στη βασιλεία του ή αποτυχίας του σε εκλογές, τότε συνήθως μαθαίνουμε για τους επίδοξους «δελφίνους» που θέλουν να τον διαδεχθούν. Πρόκειται για όρο που, αρχικά, χρησιμοποιούσαν στη Γαλλία την περίοδο της Βασιλείας και έχει έμμεση σχέση με τα δελφίνια.
Τον 12ο αιώνα, ο Αλμπόν Γκι Δ’, Κόμης του Αλμπόν στη νότια Γαλλία, πρόσθεσε ένα δελφίνι στο οικόσημό του. Ο κόμης, που πρέπει να αγαπούσε πολύ τα δελφίνια, υιοθέτησε στους τίτλους του και τον όρο le Dauphin που σημαίνει δελφίνι.
Στη Γαλλία ο όρος δεν έχει καμία απολύτως σημασία σήμερα, αλλά στην παγκόσμια τέχνη έχει και, μάλιστα, συγκινεί συγγραφείς, όπως ο Θωμάς Μοσχόπουλος , ο οποίος αναπτύσσει τον πλούτο των ιδεών του στο έργο του που, ήδη, ανέβηκεστο Ε.Μ.Σ. από το ΚΘΒΕ.
Το kazimir είναι ανδρικό όνομα σλαβικής προέλευσης που ταιριάζει σε αυτούς που δε φοβούνται να πολεμήσουν μια καθεστηκυία τάξη πραγμάτων.
Το Philidor είναι επίσης ανδρικό όνομα γαλλικής προέλευσης, που σημαίνει «παιδί του Φαραώ» και κάποτε υπήρξε μια Φιλιντόρ οικογένεια σε βασιλική αυλή.
Όπως στο «Περιμένοντας τον Γκοντό» του Μπέκετ, έτσι κι εδώ ο συγγραφέας και σκηνοθέτης Θωμάς Μοσχόπουλος αναδεικνύει βαθιά θέματα μέσα από τον φακό των πρωταγωνιστών του. Πρόσωπα εγκλωβισμένα σε μια κατάσταση ατέρμονης αναμονής για την εξουσία. Δύο καλοθρεμμένοι ανταγωνιστές, ο Καζιμίρ και ο Φιλιντόρ, εξαρτημένοι ο ένας από τον άλλον, περιμένουν για κάτι που αργεί να συμβεί και μέσα από ανούσιες συνομιλίες, έρχονται αντιμέτωποι με φιλοσοφικά ερωτηματικά για τον Θεό, τη ζωή και το θάνατο και την ανάγκη για ανθρώπινη επαφή.
Στο δίδυμο των Δελφίνων προστίθεται κι ένας υπηρέτης, μεγαλύτερο δάνειο από τον Τζόν ΄Ορτον παρά από τον Μπέκετ κι έτσι το έργο ξεδιπλώνει σκέψεις και ερωτήματα με καυστικό χιούμορ και αστείρευτο αυτοσαρκασμό, σημαδεύει το θέατρο του παραλόγου του Ιονέσκο, ακόμη και τον Πιραντέλο.
Στην πράξη, η παράσταση του ΚΘΒΕ ξεφεύγει από τους ρεαλιστικούς χαρακτήρες, καταστάσεις και ό,τι είναι συνδεδεμένο με θεατρικές συμβάσεις. Ο χρόνος, ο τόπος και η ταυτότητα είναι ασαφή και ρευστά, και ακόμη και η βασική αιτιότητα συχνά καταρρέει. Ασήμαντες πλοκές, επαναληπτικός, αστείος διάλογος και δραματικές ασυνέπειες χρησιμοποιούνται συχνά για να δημιουργήσουν ονειρικές, ή ακόμη και εφιαλτικές διαθέσεις. Παράδειγμα, οι μαύρες σιλουέτες που σε κάθε κτύπο του ρολογιού δραπετεύουν από τα γρανάζια του , στριφογυρίζουν μπρός και πίσω από το βασικό σκηνικό, ενίοτε με απώλειες.
Ο Βασίλης Παπατσατούχας φιλοτέχνησε ένα αφαιρετικό, αλλά φουτουριστικό σκηνικό, ένα επικλινές επίπεδο κι ένα κρεμασμένο κουκούλι, που κυοφορεί το μέλλον. Αυτό επιδέχεται πολλές ερμηνείες, όπως τεχνολογία, αρχιτεκτονική, τσαλακωμένη επικοινωνία ή απλώς μια ατμόσφαιρα, σαν εικόνα ενός μέλλοντος που είναι υπαινικτικό στην απροσδιόριστη εποχή της δράσης, μιας και οι αγώνες για την εξουσία όποιας μορφής, δε θα πάψουν να εφίστανται, όσο υπάρχουν άνθρωποι.
Ο ίδιος εικαστικός καλλιτέχνης υπογράφει και τα κοστούμια, σε χρώματα και σχέδια ασορτί με την ταπετσαρία του σκηνικού.
Η ειρωνεία και ο σαρκασμός διαπνέουν ολόκληρη την παράσταση, αλλά το μεγάλο όπλο στη σκευή της είναι οι ηθοποιοί. Έξοχοι και οι τρείς σε μια σκυταλοδρομία λεκτικού πολέμου ή , αν θέλετε, αγώνος τοξοβολίας, όπου οι σαΐτες είναι οι προσβλητικές φράσεις, ο σαρκασμός, η υποτίμηση του αντιπάλου, μα και η οπισθοχώρηση, ο φόβος του υποδεέστερου , ακόμα και η λιποταξία από τις ευθύνες της εξουσίας. Στόχος πάντα ο αντίπαλος και οι ριπές όχι πάντα εύστοχες.
Ένας εξαιρετικός Δημήτρης Ναζίρης και μια υπέροχη Έφη Σταμούλη ερμηνεύουν με σπάνια δεινότητα τους δυο Δελφίνους, κερδίζουν το κοινό από την πρώτη σκηνή, σαγηνεύουν με το χιούμορ, την ειρωνεία και τη διαρκή προσπάθειά τους να δείξει ο ένας ανώτερος του άλλου σε προσόντα για τον θρόνο, ωστόσο, άρρηκτα δεμένοι ως ζευγάρι με την αυτή υποδομή. Από κοντά και ο πολύ καλός νέος ηθοποιός Στέλιος Χρυσαφίδης, υποδύεται ένα απολαυστικό υπηρέτη, σημαντική παράμετρο στην επιτυχία της παράστασης.
Το άψογα συγχρονισμένο σμάρι των άηχων μονάδων, δίκην Χορού αρχαίας τραγωδιας, κτίζουν με χιούμορ και σαρκασμό το κομμάτι που αφήνει κενό η κωμωδία και συμπληρώνουν τη σκηνοθετική άποψη για τη σημασία του έργου.
Συμπερασματικά, πρόκειται για μια ευφρόσυνη, έξυπνη κωμωδία με απρόσμενο φινάλε και πολλαπλά μηνύματα, με υψηλή ερμηνευτική απόδοση και, παραδόξως, εξαιρετικά σύγχρονη.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Κείμενο-Σκηνοθεσία: Θωμάς Μοσχόπουλος
Σκηνικά-Κοστούμια: Βασίλης Παπατσαρούχας
Βοηθός σκηνοθέτη-Κίνηση: Σοφία Παπανικάνδρου
Φωτισμοί: Σοφία Αλεξιάδου
Οργάνωση παραγωγής: Άννα Μαρία Γάτου
*Β βοηθός Σκηνοθέτη (στο πλαίσιο πρακτικής άσκησης): Κωνσταντίνος – Νικηφόρος Κωστούλας
*Βοηθός Σκηνογράφου (στο πλαίσιο πρακτικής άσκησης): Ιάσων- Αναστάσιος Δότσος
Παίζουν: Δημήτρης Ναζίρης (Φιλιντόρ), Έφη Σταμούλη (Καζιμίρ), Στέλιος Χρυσαφίδης (Υπηρέτης)
Φιγκυράν:
Δημήτρης Γαλανάκης, Νίκος Κουφόπουλος, Λευτέρης Κωνσταντίνου, Άγγελος Μανωλίδης-Τζημόπουλος, Άγγελος Ξάνθης, Χρήστος Παναγιωτόπουλος, Κωνσταντίνος Στούμπης
ΠΑΥΛΟΣ ΛΕΜΟΝΤΖΗΣ