Πολιτισμός

«Αντιγόνη» του Σοφοκλή από την 5η Εποχή στο αρχαίο θέατρο Φιλίππων!

ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΥΛΟ ΛΕΜΟΝΤΖΗ

Ένα διαχρονικό σχόλιο πάνω στην αλαζονεία της εξουσίας, ένα παγκόσμιο μήνυμα αντίστασης: Η Αντιγόνη εξεγείρεται εναντίον της σκληρής προσταγής, που καταστρατηγεί τους άγραφους νόμους οι οποίοι προστατεύουν τους νεκρούς και, αψηφώντας τον κίνδυνο, επιχειρεί να θάψει τον αδελφό της.

Ο αγώνας ανάμεσα στην Αντιγόνη και τον Κρέοντα, συμπυκνώνει όλες τις εγγενείς στην ανθρώπινη κατάσταση συγκρούσεις – δίκαιου και νόμιμου, αρσενικού και θηλυκού, παλαιού και νέου, ιδιωτικού και κοινωνικού, ύπαρξης και θνητότητας, ανθρώπινου και θείου.

 Η παράσταση του Θέμη Μουμουλίδη και πάλι σε περιοδεία.

Δεν είναι η πρώτη φορά που ο κ. Μουμουλίδης επικεντρώνει το σκηνοθετικό του ενδιαφέρον σ’ αυτή την Τραγωδία. Την έχει ανεβάσει άλλες τέσσερις φορές (2015, 2016, 2020, 2021) και τώρα είναι η πέμπτη που ασχολείται με εκείνην.

Ιδιαιτέρως προκλητικό το εγχείρημα. Και διότι η διανομή είναι φρέσκια σ’ έναν θίασο ομοιογενή και επειδή η επανάληψη είναι μήτηρ μαθήσεως και διότι ο παλιός θεατής ανακαλύπτει ενδιαφέροντα νέα στοιχεία, πρόσθετες ψηφίδες του μωσαϊκού που επεξεργάστηκε φέτος ο ίδιος σκηνοθέτης.

Άλλωστε, η «Αντιγόνη» του Σοφοκλή έχει ανεβεί πάμπολλες φορές από κρατικές, ημικρατικές κι «ελεύθερες» σκηνές. Η κάθε παράσταση είχε τις δικές της προδιαγραφές από περιώνυμες υπογραφές. Η τωρινή είναι μια ακόμη ευχάριστη έκπληξη.

Ο Θέμης Μουμουλίδης, αναφερόμενος στην επιστροφή του στην «Αντιγόνη», υπογραμμίζει πως “ο νέος κόσμος που γεννιέται γύρω μας και αναπτύσσεται με ασύλληπτη ταχύτητα, η σχεδόν γενικευμένη αίσθηση ότι οι νόμοι είναι ολοένα και πιο άδικοι, η διαπίστωση ότι ο πόλεμος στην πραγματικότητα δεν τελειώνει ποτέ, αφού τα πεδία εναλλάσσονται, άλλοτε σε μάχης κι άλλοτε σε αυτά της σύγκρουσης των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων, υπήρξαν λόγοι σοβαροί για να επανέλθω στην κορυφαία τραγωδία όλων των εποχών. Η καινούργια σκηνική ανάγνωση εστιάζει στην σύγκρουση δύο κόσμων. Στον κόσμο μιας αλαζονικής εξουσίας (διαχρονικό φαινόμενο) και στον κόσμο της Αντίστασης. Στην παράστασή μας, ένα συμπαγές σύνολο ακολούθων του Κρέοντα (Χορός-κοινωνία) πορεύεται στον δρόμο της αμφισβήτησης της συνειδητοποίησης και τελικά στον δρόμο της Αντίστασης”.

Το θέμα γνωστό και από τη διδακτέα ύλη στα σχολεία κι από το θέατρο, πλην μιας μικρής προσθήκης κειμένου του Γκαίτε, που όμως αφομοιώνεται στην παράσταση.

 Με λίγα λόγια: η σύγκρουση μεταξύ των δύο γιων του Οιδίποδα Πολυνείκη και Ετεοκλή για τον θρόνο της Θήβας έχει τελειώσει. Τα δύο αδέλφια βρίσκονται νεκρά στο πεδίο τής μάχης. Ο Κρέων, ο νέος βασιλιάς της Θήβας, έχει δώσει διαταγή να παραμείνει άταφος ο Πολυνείκης, επειδή πολέμησε ενάντια στην πατρίδα του. Όμως η αδελφή του νεκρού Αντιγόνη, αποφασίζει να τον τιμήσει με την πρέπουσα ταφή. Συλλαμβάνεται και οδηγείται στον Κρέοντα, που, τηρώντας τους νόμους της πολιτείας, την καταδικάζει σε θάνατο.

Ο βασιλιάς παραμένει αμετάπειστος ακόμη και μετά την παρέμβαση του γιου του Αίμονα και διατάζει να θαφτεί η Αντιγόνη ζωντανή σε μια σπηλιά. Ωστόσο, τα δεινά που έχει προβλέψει ο μάντης Τειρεσίας δε θ’ αργήσουν να γίνουν πραγματικότητα. Η καθυστερημένη υπαναχώρηση του Άνακτα δε θα προλάβει την καταστροφή. Η Αντιγόνη έχει απαγχονιστεί μέσα στη φυλακή της, ο Αίμονας έχει αυτοκτονήσει και η Ευρυδίκη, γυναίκα του Κρέοντα, ακολουθεί τον γιο της στον θάνατο.

Στην «Αντιγόνη», ένα από τα κορυφαία έργα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, κείμενο βαθύτατα πολιτικό, η ανάγκη του ελεύθερου ανθρώπου να ζει σύμφωνα με το προσωπικό σύστημα αξιών του, συγκρούεται με την ισχύ μιας αυθαίρετης και αλαζονικής εξουσίας. Και, αλήθεια, ποιος και πώς μπορεί να εκφράζει το σύνολο, ώστε να είναι νόμιμη και αποδεκτή από όλους, η εξουσία του;

Η συγκεκριμένη τραγωδία πραγματεύεται σειρά αντιθετικών νοημάτων, εννοιών και ιδεών, όπως το θεσμικό και το πολιτειακό δίκαιο, το θεό και τον άνθρωπο, τον άνδρα και την γυναίκα, τον ηλικιωμένο και τον έφηβο, τη ζωή και τον θάνατο. Σε όλες όμως τις διαφοροποιήσεις από τον ‘κανόνα’ κρύβεται η ανθρώπινη αλαζονεία και η φαινομενική αίσθηση της κυριαρχίας, η οποία οδηγεί στην περιθωριοποίηση και απομόνωση συγκεκριμένων ανθρώπων και συμπεριφορών.

Το θάρρος της Αντιγόνης την καθιστά αρχετυπική μορφή, επειδή αντιτάσσεται σε κάθε μορφή εξουσίας η οποία κρίνει και κατακρίνει συμπεριφορές συνανθρώπων.

Στο θέατρο οι συντελεστές μιας παράστασης τη ζωντανεύουν κι οδηγούν τον θεατή στην αποκωδικοποίηση νοημάτων, όπως εκείνος μπορεί ν’ αναλύσει, να εμβαθύνει, να αναλογιστεί ευθύνες, να τις επιμερίσει, χωρίς να εξαιρέσει τον εαυτό του. Η οδυνηρή μεταστροφή της τύχης του Κρέοντα από την αλαζονεία στην ταπείνωση, από την ψευδαίσθηση της δύναμης στην επίγνωση της αδυναμίας, από την αυταρέσκεια στη δυστυχία, είναι περισσότερο αποτελεσματική από οποιοδήποτε ηθικό δίδαγμα.

Ο Σοφοκλής δίνει το δικό του μήνυμα μέσα από τους χαρακτήρες και τις συμφορές τους. Επιστρατεύει σειρά γεγονότων που οδηγούν αναπόφευκτα σε κάποιο συμπέρασμα.

 Σε καθετί που έχει σχέση με τον Κρέοντα, το έργο παρουσιάζει βαθιά θεολογική διάθεση. Ακόμη και οι θάνατοι του Αίμονα και της Ευρυδίκης θα μπορούσαν να θεωρηθούν μέρος θεϊκού σχεδίου για τιμωρία του Κρέοντα. Επειδή, με τον θάνατό τους έρχεται αντιμέτωπος με την οδύνη που τον ταπεινώνει. Οι νεκροί είναι τα αθώα όργανα για τη φώτισή του.

Και πάλι, ο έμπειρος σκηνοθέτης υπογράφει μια αξιέπαινη δουλειά. Επιλέγει ικανούς συνεργάτες, στήνει ένα πνευματικό «οικοδόμημα» με ποιητικές διαστάσεις, δίνει μία λιτή, άκρως ενδιαφέρουσα, σύγχρονη εκδοχή της τραγωδίας.

Απαλλαγμένη από λογοτεχνικές περικοκλάδες, η μετάφραση της Παναγιώτας Πανταζή προσφέρει στον θεατή την ευκαιρία να γευτεί, να ζήσει τις προεκτάσεις της τραγωδίας πέρα από τα προφανή.

Νιώσαμε στο έπακρο την αξιοθαύμαστη τεχνική του Σοφοκλή να αντιπαραθέτει όχι μόνο πρόσωπα αλλά πεποιθήσεις, σκέψεις, ιδέες, επιχειρήματα, νοοτροπίες και αντιλήψεις.

Ο Θέμης Μουμουλίδης σκηνοθετεί τη σοφόκλεια τραγωδία υπογραμμίζοντας την πολιτική και κατ’ επέκταση, κοινωνική, διάσταση του έργου. Ήδη από την έναρξη της παράστασης, έκανε σαφή την πρόθεσή του, τοποθετώντας τους ήρωες σε στρατιωτικό βηματισμό, υπό τους ήχους ελικοπτέρου, αναδεικνύοντας τη στρατικοποίηση της πολιτικής ζωής, σε παγκόσμια κλίμακα, ενώ επικρίνει ιδιαίτερα τα τεκταινόμενα στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού.

Παράλληλα, δίνει έμφαση στην αντίστιξη μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού βίου.

Στην παράσταση, εκτός από τον ανθρώπινο και θεϊκό νόμο, που η αντιπαράθεσή του αποτελεί τον συνεκτικό ιστό του έργου και προτείνεται στον θεατή σαν προβληματισμός, τίθενται αντιμέτωπες και άλλες πολλές έννοιες. Σχολιάζεται η υποβαθμισμένη και καταπιεσμένη θέση της γυναίκας στην εποχή της δράσης του μύθου. Θίγεται η βεβαρημένη κληρονομιά των παιδιών, εξαιτίας αδικιών και αμαρτημάτων των γονέων τους, δοκιμάζονται τα όρια της ανθρώπινης δράσης και τόλμης, όπως και η οφειλόμενη συμπεριφορά των γονέων προς τα παιδιά και αντίστροφα. Στηλιτεύονται τα χαρακτηριστικά της απόλυτης μοναρχίας, επικρίνονται οι διαδικασίες της κληρονομικής βασιλείας και, εμμέσως, εξαίρονται οι αρετές και τα πλεονεκτήματα της δημοκρατίας.

Ο καθαρός λόγος, η σωστή άρθρωση, οι εξαιρετικές ερμηνείες, η κινηματογραφική σύγχρονη μουσική του Σταύρου Γασπαράτου, το μαύρο τού πένθους και το γκρίζο του πολέμου στα κοστούμια της Βασιλικής Σύρμα και τα γεμάτα συμβολισμούς σκηνικά της Μικαέλας Λιακατά, η κίνηση (Πατρίσια Απέργη), το στήσιμο των ηθοποιών, οι ρυθμοί, οι ποιητικές εικόνες και το περιτύλιγμα των εξαίσιων φωτισμών, απογειώνουν την παράσταση.

 Εδώ, ο σκηνικός χώρος περιγράφεται ως ένα νεκροτομείο, που με την μετακίνηση (από τους ίδιους τους ηθοποιούς, εντασσόμενη στην υποκριτική τους συνάφεια) των αντικειμένων που την απαρτίζουν, μετατρέπεται σε παλάτι.

Άρεσε πολύ το υποφωτισμένο σκηνικό, σύμβολο θαρρείς του Άδη, ως διαρκής υπόμνηση της αναπόδραστης μοίρας των ηρώων. Υπεύθυνος φωτισμών ο Νίκος Σωτηρόπουλος.

Η Λένα Παπαληγούρα ερμηνεύει μεστά, έμπειρη πια, μια δυναμική και συνάμα σπαρακτική Αντιγόνη. Έχει μέτρο, έχει έλεγχο εκφραστικών μέσων, έχει ουσιαστική σχέση με την ηρωίδα, μεταβάλλεται από πονεμένη αδερφή σε δυναμική γυναίκα, σε σθεναρή διεκδικήτρια του άγραφου ηθικού νομού απόδοσης τιμής των νεκρών, ενώ η αυτοθυσία της γεννάει μια πράξη ηρωισμού που δεν είναι αποτέλεσμα της ψυχικής αντάρας της. Είναι αυτοθυσία – μελετημένη κίνηση ήττας στη σκακιέρα, όπου παίζει μόνη της, χωρίς στρατιώτες και αξιωματικούς, με μοναδικό κι όχι ιδιαίτερα πρόθυμο συμπαραστάτη, την Ισμήνη.

 Είναι, ακόμη, η εθελούσια πτώση της «βασίλισσας» απέναντι σ’ ένα σοκαριστικό, κίβδηλο «ματ» του αντιπάλου παίκτη – «βασιλιά», είναι ένας θάνατος-διαμαρτυρία, είναι κραυγή γυναικών ενάντια στο απολυταρχικό ανδρικό σύστημα του θηβαϊκού πληθυσμού. Ταυτόχρονα, παραμένει γυναίκα ευαίσθητη και ρομαντική, σκληρή μα και βαθιά ανθρώπινη.

 Είναι εξαιρετική σε όλη την παράσταση, ιδιαιτέρως δε στην τελευταία της εμφάνιση, όπου στον κομμό μάς συνεπαίρνει στην κορύφωση των συναισθημάτων της.

Ο Μελέτης Ηλίας δίνει έναν έξοχο Κρέοντα, στιβαρό και απόλυτο, εξαιρετικό στις εξάρσεις του, συγκλονιστικό στη σύνθλιψή του υπό το βάρος των τραγικών τελικών αποκαλύψεων. Εύστοχη επιλογή του σκηνοθέτη για τον αλαζόνα Κρέοντα.

Ο Μιχάλης Οικονόμου, εξαίρετος φύλακας, αποδεικνύει γι’ άλλη μια φορά το εύρος της υποκριτικής του γκάμας, την ικανότητά του να πείθει σ’ ό,τι ερμηνεύει με την ίδια ζέση, πάθος και δοτικότητα.

Η Λίλα Μπακλέση, Ισμήνη, πρώτος πολίτης ο Θανάσης Δόβρης, Αίμων ο Γιώργος Νούσης, Τειρεσίας η Ιφιγένεια Καραμήτρου, Άγγελος η Ιώβη Φραγκάτου, ως Ευριδίκη η Λένα Μποζάκη και ως Εξάγγελος ο Βαγγέλης Σαλευρής, σχηματίζουν τους ρόλους τους με ευδιάκριτο σωματικό στίγμα για τον καθένα χωριστά, ενώ όλοι μαζί ερμηνεύουν και τα χορικά, που αν και συντομευμένα, μας θυμίζουν πως οι στίχοι του Σοφοκλή για τον άνθρωπο, την εξουσία και τον έρωτα είναι από τους ωραιότερους που έχουν γραφτεί.

Τα πρόσωπα ξεπηδάνε μέσα από τον Χορό, σαν να ξεπηδάνε μέσα από τους ανθρώπους. Αυτό ακριβώς συμβολίζει στην τραγωδία ο Χορός. Είναι οι άνθρωποι που κατοικούν στην πόλη που συμβαίνει το δράμα.

Η παράσταση τοποθετεί την τραγωδία στον σύγχρονο κόσμο της βιοπολιτικής, των μεταναστευτικών στρατοπέδων, της κρατικής επιτήρησης και της απόλυτης εξουσίας.

Έτσι, ο Κρέων γίνεται ο προάγγελος της θανατοπολιτικής του σήμερα, που, στο όνομα της δημόσιας ασφάλειας και επικαλούμενη υποτιθέμενους κινδύνους, αποφασίζει ποιες ζωές είναι άξιες βίου και πένθους, και ποιες όχι. Ποιες ζωές λογαριάζονται ως ανθρώπινες και ποιες είναι κοινωνικά περιττές, επικίνδυνες, ασύμβατες προς την πολιτισμική κανονικότητα και τις κυρίαρχες κοινωνικές νόρμες.

Όπως σημειώνει ο σκηνοθέτης: «Το “Όχι” της Αντιγόνης ορθώνεται ως η απόλυτη κατάφαση. Αγκαλιάζοντας τον θάνατο διεκδικεί μια ζωή, άξια να βιωθεί».

Η παράσταση στο αρχαίο θέατρο των Φιλίππων στο 68ο Φεστιβάλ ευτύχησε να είναι μια ευδαίμων Σοφόκλεια «Αντιγόνη».

Συντελεστές

Μετάφραση Παναγιώτα Πανταζή

Σκηνοθεσία Θέμης Μουμουλίδης

Σκηνικό Μικαέλα Λιακατά

Κοστούμια Βασιλική Σύρμα

Μουσική Σταύρος Γασπαράτος

Κίνηση Πατρίσια Απέργη

Φωτισμοί Νίκος Σωτηρόπουλος

Βοηθός χορογράφου Ηλίας Χατζηγεωργίου

Βοηθός σκηνογράφου Άννα Καλαθιανάκη

Βοηθοί ενδυματολόγου Στέλλα Σταμούλη – Σοφία Γαρταγάνη

Βοηθός μουσικού Γιώργος Κανουπάκης

Βοηθός σκηνοθέτη Σοφία Μπακιρτζή

Φωτογραφίες Ελίνα Γιουνανλή

Makeup artistOlga Faleichyk

Hair stylingΘωμάς Γαλαζούλας

Επικοινωνία Ειρήνη Λαγουρού

Διεύθυνση Παραγωγής Σταμάτης Μουμουλίδης

Ερμηνεύουν:
Λένα Παπαληγούρα, Μελέτης Ηλίας, Μιχάλης Οικονόμου, Θανάσης Δόβρης,
Ιφιγένεια Καραμήτρου, Λίλα Μπακλέση, Λένα Μποζάκη, Γιώργος Νούσης,
Βαγγέλης Σαλευρής , Ιώβη Φραγκάτου

ΠΑΥΛΟΣ ΛΕΜΟΝΤΖΗΣ

Πηγή: KavalaWebNews

Περισσότερα

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε μια απάντηση

Back to top button