«ΠΡΟΣ ΜΕΝΟΙΚΕΑ» – μία παυσίλυπος κωμωδία στον αγωγό τέχνης TRANSENDANCE
ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΥΛΟ ΛΕΜΟΝΤΖΗ
Πρόκειται για τη νέα παραγωγή της Angelus Novus που τον Οκτώβριο του 2023 απέσπασε το Βραβείο Επιτελεστικού Έργου από την Ένωση Κριτικών Θεάτρου και Παραστατικών Τεχνών για την παραγωγή της «Λούνα- θέατρο στο λεωφορείο».
Υπάρχει άραγε ευτυχία; Παλιό όσο και ο άνθρωπος το ερώτημα. Το θέτει εκ νέου η παράσταση «Προς Μενοικέα» που σκηνοθέτησε ο Δαμιανός Κωνσταντινίδης. Αφορά το διάσημο εγχειρίδιο ευδαιμονίας του Επίκουρου, το οποίο θεωρεί την ψυχική υγεία και ηρεμία, βασική προϋπόθεση για μια ευτυχισμένη ζωή.
Στην επιστολή αυτή αντιπαραβάλλονται μαρτυρίες και συνεντεύξεις ανθρώπων που πέρασαν ψυχικές νόσους, καθώς και η προσωπική ματιά των ηθοποιών της παράστασης. Είναι η πρώτη φορά που το κείμενο ανεβαίνει στη σκηνή.
«Η ιδέα να ανεβάσω τη συγκεκριμένη επιστολή στο θέατρο είναι παλιά και, μάλλον, περίμενε την κατάλληλη στιγμή για να υλοποιηθεί. Διανύουμε μια περίοδο πολλαπλών κρίσεων, αστάθειας, σύγχυσης και ανασφάλειας, οι ψυχικές αντοχές μας δοκιμάζονται συνεχώς και ποικιλοτρόπως. Ανάλογη ήταν και η περίοδος που γράφτηκε αυτή η επιστολή και στα άγχη της εποχής της ερχόταν, κατά κάποιο τρόπο, να απαντήσει και να τα απαλύνει. Ο Επίκουρος προσπαθεί με απλά λόγια να δείξει τον δρόμο για έναν ευδαίμονα βίο, δηλαδή μια ζωή που να διέπεται από έναν καλό δαίμονα, μια καλή γνώση, ικανή να εξασφαλίζει χαρά και ψυχική υγεία», λέει στο makthes.gr ο Δαμιανός Κωνσταντινίδης.
Η δράση τοποθετείται σε ένα θεραπευτήριο για ψυχικά νοσούντες. Τα πρόσωπα του έργου έρχονται σε επαφή με την οντολογική αγωνία, καταφέρνουν όμως να απαλλαγούν από το ψυχικό άλγος και να βρουν μια διέξοδο. Για το κείμενο της παράστασης, πέρα από τη γνωστή επιστολή, αξιοποιήθηκαν κείμενα ηθοποιών της παράστασης, αλλά και αποσπάσματα από μαρτυρίες και συνεντεύξεις ανθρώπων που ταλαιπωρήθηκαν από ψυχικές νόσους.
Συγκεκριμένα: Έλενας Ακρίτα, Φώτη Θαλασσινού, Μαργαρίτας Καραπάνου και Φωτεινής Τσαλίκογλου, Νίκου Καρούζου, Λένας Κιτσοπούλου, Αύγουστου Κορτώ, Βένης Παπαδημητρίου, Ντάντε Αλιγκέρι, Σάμουελ Μπέκετ, Στιγκ Ντάγκερμαν, Ντόροθι Πάρκερ, Σύλβια Πλαθ, Ουίλλιαμ Στάιρον, φύλλα οδηγιών χρήσης αντικαταθλιπτικών, αντιψυχωτικών, αγχολυτικών και συναφών φαρμάκων.
Πιστεύω πως ο δημιουργός αυτής της παράστασης, Δαμιανός Κωνσταντινίδης, εμπνεύστηκε μεν από τον Επίκουρο την κεντρική ιδέα, αλλά σίγουρα μελέτησε και σύγχρονους εκφραστές τεκμηριωμένων τρόπων ευδαιμονίας, όπως, για παράδειγμα, ο κουβανός ψυχίατρος και συγγραφέας Χοσέ Κάρλος Σομόθα, ο οποίος στο βιβλίο του «Η γυναίκα με το νούμερο 13» κάνει λόγο για την μεταμορφωτική δύναμη στίχων, κειμένων και φράσεων, διατρέχοντας έργα από την παγκόσμια λογοτεχνία, μεταξύ αυτών και του Σαίξπηρ και των Ελλήνων τραγικών, αλλά κι ο Γάλλος ψυχίατρος Μπόρις Σιρούλνικ, στον «Ευαίσθητο εαυτό» εξηγεί το γιατί κάποιοι επέζησαν από τις «υποθηκευμένες» και τραυματικές ζωές τους και κάποιοι, όχι. Οπότε, συγκέντρωσε αποσπάσματα από έργα όσων αναφέρονται παραπάνω και μπόλιασε σε αυτά μαρτυρίες ηθοποιών και ανωνύμων, πρώην ψυχασθενών.
Όλα αυτά τα κείμενα, εγώ τα θεωρώ τεκμήρια ζωής. Ιδίως, αυτά που έχουν αυτοβιογραφικό χαρακτήρα κι αυτά που είναι λεκτικές συμπυκνώσεις ιστορικών εμπειριών. Η ανάλυσή τους µας επιτρέπει να προσεγγίσουμε τις πρακτικές, στις οποίες δεν έχουμε πρόσβαση µε άλλον τρόπο. Βέβαια, η ανασυγκρότηση του παρελθόντος, του ατομικού και του συλλογικού, επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες, περισσότερο σταθερούς αλλά και συγκυριακούς. Ιδιαίτερα ο αυτοβιογραφικός λόγος βρίσκεται πάντοτε στο μεταίχμιο του παρελθόντος και του μέλλοντος και επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από τις αναγκαιότητες του παρόντος.
Από αυτά τα τεκμήρια ζωής ανακύπτουν καίρια μεθοδολογικά ζητήματα, σχετικά µε την κοινωνική ταυτότητα και τη διαχείριση του πάσχοντος εαυτού, την περίοδο που το ασυλικό σύστημα στην Ελλάδα βρίσκεται σε διαδικασία αναδιάρθρωσης και κρίση νομιμοποίησης, ακόμα και τώρα που διάγουμε τον 21ο αιώνα.
Στην πολύ ενδιαφέρουσα και πρωτότυπη παράσταση του Δαμιανού Κωνσταντινίδη, η διαδικασία ενηλικίωσης, αλλά και γήρανσης, ερμηνεύεται αναδρομικά, ως η πλέον ελπιδοφόρα περίοδος του βίου, η οποία δίνει τη θέση της στην ταραχώδη ζωή µε την αρρώστια. Οι ψυχιατρικές διαγνώσεις και οι επαναλαμβανόμενές νοσηλείες, οδηγούν σε μια βιογραφική ρήξη, η οποία εμπεριέχει υποκειμενικά στοιχεία, την αίσθηση ασυνέχειας της πορείας του βίου, αλλά και διαστάσεις που υπερβαίνουν το άτομο και σχετίζονται µε την απόδοση μιας νέας κοινωνικής ταυτότητας.
Πέντε εξαιρετικοί ηθοποιοί, με προεξάρχουσα τη σπουδαία Ελένη Μακίσογλου, ένα δεμένο σύνολο, μία συμπαγής ομάδα, μία σκυτάλη, αλλά πέντε ποτάμια συναισθημάτων ρέουν στη σκηνή και παρασύρουν θεατές σ’ ένα ταξίδι με βάρκα την ελπίδα. Μήπως στα συρτάρια μας δεν ταξινομούμε καθημερινά τις ελπίδες που μας προσφέρουν, κάθε που ξημερώνει, τα λογής- λογής κουτάκια, τα φέροντα οδηγίες κατανάλωσης περιεχομένου τους, ώστε να έρθει ήσυχα το βράδυ και να παραδοθούμε στην αγκαλιά του Μορφέα, πληρώνοντας εισιτήριο στο φαρμακείο της γειτονιάς;
Αυτή είναι η ζωή μας, έτσι λειτουργεί η καθημερινότητά μας, αλλά οι μέρες προχωράνε. Με δεκανίκια, όμως, συντελείται μια «συνεδρία» μέσα μας, όπως ακριβώς συμβαίνει στη σκηνή: της καρδιάς και του μυαλού, με ψυχικές καταθέσεις, με λογικές αντιρρήσεις, με αντιφάσεις και παραλογισμούς, αλλά με το ίδιο συμπέρασμα κάθε φορά.
Δισυπόστατη φύση ο άνθρωπος. Το φθαρτό με το άφθαρτο συγκατοικούν στο σκαρί του. Μέσα κι έξω του. Η φρονιμάδα- λέγεται και ανάγκη επιβίωσης- ωθεί ην κίνηση να περιφρουρήσουμε και τα δυο. Ζήτημα προσωπικής επιλογής η προτεραιότητα.
Η αφηγηματική, λοιπόν, αποτύπωση του εαυτού συνδέεται ποικιλοτρόπως, αφενός µε το μετασχηματισμό του ψυχιατρικού θεσμού και, αφετέρου, µε τις κοινωνικές εξελίξεις που μορφοποιούν το σύγχρονο άτομο, ως μια εξατομικευμένη κοινωνική ύπαρξη.
Με πυξίδα την επικούρειο ηθική, ο σκηνοθέτης ασπάζεται ως ύψιστο αγαθό την «ηδονή», με την έννοια της ευδαιμονίας που πηγάζει από την αταραξία της ψυχής, και συνθέτει μαρτυρίες και συνεντεύξεις ανθρώπων που έδειξαν ότι «διάβηκαν τον Ρουβίκωνα» αλλά επέστρεψαν σε μια στοιχειώδη κανονικότητα, ώστε να κατανοήσουμε οι θεατές, με τον καλύτερο παραστατικό τρόπο, ότι είναι ανάγκη να στοχαζόμαστε τα πράγματα που φέρνουν την ευτυχία, αφού όταν υπάρχει ευτυχία έχουμε «αγκαλιά» τον κόσμο όλον, ενώ όταν αυτή λείπει κάνουμε το οτιδήποτε για να την γευτούμε, όντες νέοι αλλά και ώριμοι. Άρα, η υγεία της ψυχής είναι πρωταρχικός στόχος ανθρώπινου όντος.
Στην εξέλιξη του θέματος, συνάντησα εξαιρετικές σκηνές, ευρηματικά, έως συγκινητικά κομμάτια, ως διδακτικές σεκάνς στα κινηματογραφικής ροής μέρη. Για παράδειγμα, έξοχο το εύρημα της μοιρασιάς σε μια ομάδα κοινών στόχων, με το τσιγάρο από χέρι σε χέρι, από στόμα σε στόμα, ως μια υπογράμμιση της ανθρώπινης ανάγκης για μοίρασμα. Πόσο όμορφα ήρθε στο προσκήνιο το ρήμα «μοιράζομαι». Στις μέρες μας το θέσαμε στο περιθώριο, εξαιτίας συμφερόντων. Μοιράζομαι θα πει μετέχω στον πόνο, στην αγωνία, στη χαρά, στη λύπη του άλλου, αλλά και εξομολογούμαι τα εσώψυχά μου σε κάποιον. Όπως συμβαίνει στις συνεδρίες των ηρώων στην αίθουσα ψυχοθεραπείας τους.
Παράλληλα, η παράσταση δίνει αφορμές για συλλογισμούς. Για παράδειγμα, η επικούρειος θεωρία είναι μια πολιτική θεωρία, έχει να κάνει με την αντίσταση στον κομφορμισμό, με το να βρίσκεις τρόπους να επιβιώσεις ενάντια στο κατεστημένο. Δεν είναι μόνο ένας επαγγελματικός ή ένας σεξουαλικός προσανατολισμός, αλλά και ένας μηχανισμός επιβίωσης, που πρέπει να βρεις μέσα στο σύστημα που δεν είναι φιλικό απέναντί σου.
Ο σκηνοθέτης, έχοντας ως συνοδοιπόρους στην πορεία του την ομάδα ηθοποιών που επέλεξε ή τον επέλεξαν, φέρνει στη σκηνή και αφήνει να ακουστούν ιστορίες ανθρώπων που δεν έχουν ισορροπία μέσα τους, αλλά πάσης φύσεως στεγανά που τους οδηγούν στη μερίδα των ψυχασθενών. Πρόκειται για μαρτυρίες ατόμων που υπέφεραν από την απαξιωτική συμπεριφορά ενός κοινωνικού περιβάλλοντος , από περιστατικά κάθε είδους βίας. Είτε λεκτικής είτε σωματικής.
Ο ένας κορμός της παράστασης αντλεί έμπνευση από την επιστολή «Προς Μενοικέα» του Επίκουρου και ο έτερος από τα κείμενα των σημερινών ανθρώπων. Είναι μια απόπειρα, η πρώτη στο θέατρο για την ακρίβεια, να δημιουργηθεί μια αίσθηση (ψευδαίσθηση, έστω) κοινότητας που δεν υπήρξε ποτέ. Εξαιρώ τη μυθοπλασία του Βασίλη Κατσικονούρη στο θεατρικό του έργο «Εντελώς αναξιοπρεπές», το οποίο είναι μεν εμπνευσμένο από μια πραγματικότητα που υφίσταται σε όλον τον κόσμο, την ύπαρξη ψυχιατρείων, αλλά όχι από βιωματικές ιστορίες.
Πρόκειται για μια ηθικοπλαστική μεν παράσταση, με αιχμηρή σάτιρα και χιούμορ, εξ ου και η αρχαιοελληνική λέξη «παυσίλυπος» στον τίτλο, αλλά και με στημένο έναν «καθρέφτη» στη σκηνή, που τον σχηματοποιούν οι ηθοποιοί, τα λόγια, οι φωτισμοί του Σωτήρη Ρουμελιώτη, η μουσική του Γιώργου Χρυσικού, η κίνηση της Ιωάννας Μήτσικα, τα σκηνικά και τα κοστούμια του Απόστολου Αποστολίδη και, φυσικά, ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός του Δαμιανού Κωνσταντινίδη, ώστε ο θεατής να «βλέπει» το «είδωλό» του ως δυνάμει ψυχασθενή, δεδομένου ότι στην εποχή μας οι άνθρωποι νοσούν ψυχικά – κατά κάποιο τρόπο – είτε το γνωρίζουν είτε όχι.
Ταυτότητας παράστασης
Σύνθεση κειμένου παράστασης – Σκηνοθεσία Δαμιανός Κωνσταντινίδης
Σκηνικά – Κοστούμια Απόστολος Αποστολίδης
Μουσική Γιώργος Χρυσικός
Κίνηση Ιωάννα Μήτσικα
Φωτισμοί Σωτήρης Ρουμελιώτης
Ηθοποιοί
Θάνος Διμηνάς, Ελένη Μακίσογλου, Γιάννης Μονοκρούσος, Αντιγόνη Μπάρμπα, Δανάη Τσιοπλή
Φωτογραφίες Buba Soso Gabedava
Γραφιστικά Nastyl
Stagemanager Αντωνία Γεωργιάδου
Διεύθυνση παραγωγής & Επικοινωνίας Στέλλα Τενεκετζή
Παραγωγή Angelus Novus
Οργάνωση παραγωγής Electra Social Company
Με την οικονομική υποστήριξη του Υπουργείου Πολιτισμού
ΠΑΥΛΟΣ ΛΕΜΟΝΤΖΗΣ