«Η Τουρκομερίτισσα» του Δημήτρη Καρατζιά (βασισμένο στη ζωή της Μαρίκας Νίνου), με την πολυβραβευμένη Ελένη Ουζουνίδου
ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΥΛΟ ΛΕΜΟΝΤΖΗ
«Η Τουρκομερίτισσα» διακρίθηκε σε δύο Πανελλήνιους διαγωνισμούς: Στον 41ο λογοτεχνικό διαγωνισμό της Π.Ε.Λ. (2022), όπου βρέθηκε στα 8 καλύτερα θεατρικά έργα της χρονιάς, παίρνοντας έπαινο από την Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών. Στον 3ο Πανελλήνιο Διαγωνισμό Πεζογραφίας «ΚΕΦΑΛΟΣ» (2023), όπου και πάλι βρέθηκε στα 8 καλύτερα θεατρικά έργα της χρονιάς, παίρνοντας έπαινο από το ιστορικό Λογοτεχνικό Περιοδικό της Κεφαλονιάς.
Η Μαρίκα Νίνου και ο Τζίμης Μάρκου συναντιούνται ξανά στην θρυλική ταβέρνα «Τζίμης ο Χονδρός» και μαζί ξεδιπλώνουν την μυθιστορηματική ζωή της Τουρκομερίτισσας που έγραψε ιστορία στο ελληνικό τραγούδι.
Η σκηνή μετατρέπεται σε ταβέρνα και οι θεατές σε θαμώνες και μάρτυρες των σημαντικότερων γεγονότων και των άγνωστων πτυχών της τραγικής ζωής της τραγουδίστριάς.
Όλα αυτά με φόντο μια Ελλάδα που προσπαθεί να γιατρέψει τις πληγές της από τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο και την Μικρασιατική καταστροφή. Πριν την διαλύσει ο δεύτερος παγκόσμιος, με την κατοχή, τον λιμό, τον εθνικό διχασμό, τον εμφύλιο.
Μια Ελλάδα, όμως, που ποτέ δε σταματά να διασκεδάζει. Και να τραγουδάει. Γιατί η ζωή της Νίνου είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την πορεία του λαϊκού τραγουδιού, με την νυχτερινή ζωή της Αθήνας, το ρεμπέτικο και τα τραγούδια με τα οποία διασκεδάζουμε μέχρι και σήμερα.
Η Μαρίκα Νίνου έζησε μια σύντομη αλλά ταραχώδη ζωή. Ερωτεύτηκε πολύ, αγάπησε πολύ, πόνεσε πολύ. Ήταν μια γυναίκα ξεχωριστή, που η ζωή τη σμίλεψε. Ένα μοναδικό κράμα εκρηκτικής προσωπικότητας και τρομερής ευαισθησίας. Κι άφησε πίσω της μια κληρονομιά που αξίζει να αναγνωριστεί και να τη μάθουν οι νεότερες γενιές.
Ένα γλυκόπικρο έργο, που αποτελεί φόρο τιμής στους πρόσφυγες της Μικρασιατικής Καταστροφής και ειδικότερα στην Αρμένισσα τραγουδίστρια Ευαγγελία Αταμιάν, που ξεριζώθηκε από την πατρίδα της στη Μικρά Ασία, μεγάλωσε στην προσφυγούπολη της Κοκκινιάς, ξαναβαφτίστηκε Μαρίκα Νίνου και δοξάστηκε όσο καμία άλλη στην εποχή της.
Η παράσταση
Ήρθα στη Σαλονίκη μέρα Παρασκευή, ήρθε κι ο Φλεβάρης, φέτος καμαρωτός- καμαρωτός, μια μέρα παραπάνω για, έκλεισε η πόρτα στο θέατρο με το βασιλικό όνομα «Αμαλία» και μια γυναίκα μελαχρινή, πληθωρική, αλλοτινών εποχών γέμισε αισθητά τον χώρο -παλκοσένικο, μ’ ένα πλατύ γλυκό χαμόγελο και μάτια αστραφτερά.
Γλυκύτατη και χυμώδης. Τα μαύρα μαλλιά της, μαλλιά – σκάλα, όπως τα είχαν οι γυναίκες των δεκαετιών του 1930 και του ΄40, ίδια η θεία Ζήνα, τριτοξαδέρφη του παππού, που ήταν και του σιναφιού της κιόλας, αλλά υποδεέστερη καλλιτέχνιδα, μιας και στην ταβέρνα του συζύγου της πιο πολύ το ντέφι βαρούσε, παρά τραγουδούσε.
Ο αρχοντάνθρωπος ο Τζίμης ο Χοντρός, τραβά την κορδέλα, ανοίγει το έργο και ο ζωντανός λόγος γίνεται αυτοστιγμεί γλυκόπικρο παραμύθι, από κείνα που σ’ αρπάζουν απ’ τα μάτια και βυθίζεσαι στην ιστορία τους, την κάνεις δικιά σου, χάνεσαι στον χώρο και στον χρόνο και κρεμιέσαι από τα χείλη. Τα χείλη της. Της Ευαγγελίας, που γίνηκε Μαρίκα.
«Είμαι η Μαρίκα Νίνου, μα μην τρομάζετε που πέρασαν 67 χρόνια από τον θάνατό μου, εγώ είμαι εδώ».
Δεν απόρησα που μία «πεθαμένη» μάς μιλούσε. Αντιθέτως, σκαρφάλωσαν στον νου μου οι πασίγνωστοι στίχοι του Μανώλη Αναγνωστάκη: «την ασήμαντη παρουσία μου βρίσκω σε κάθε γωνιά, κάμε να σ’ ανταμώσω κάποτε φάσμα χαμένο του πόθου μου κι εγώ». Ε, τότε μακάρισα τον εαυτό μου και όλους όσοι καρφώθηκαν πάνω της. Έτσι γίνεται στο θέατρο, επειδή το θέατρο είναι τέχνη που επιβιώνει μέσα στους αιώνες, κι ας τη λέμε θνησιγενή τέχνη, και δεν περιορίζεται χωροχρονικά. Πριν συνέλθω από τις πρώτες μου αντιδράσεις, άρχισαν κιόλας όργανα, με προεξάρχουσες τις φωνές.
«Κάποια βραδιά μαγική, μέσα στο Μισίρι την είδα/ήταν ξωτική ομορφιά, η Γκιουλμπαχάρ η γλυκιά…»
Η φωνή της μοναδικής Ελένης Ουζουνίδου χύθηκε στην πλατεία, κοντράλτο τόνος, που γρήγορα έγινε παρόμοιος της Νίνου, εκείνος ο μελίρρυτος και καθόλου οξύς τόνος που τη χαρακτήριζε. Ο σκηνοθέτης και συγγραφέας Δημήτρης Καρατζιάς, που επωμίζεται και τον ρόλο του αφηγητή, τη δικαιώνει με τη φράση: Η Μαρίκα στο πάλκο ήταν ασυναγώνιστη. Μοναδική!»
Καθώς ελάχιστα πράγματα είναι γνωστά για την πραγματική ζωή της Μαρίκας Νίνου και δεν έχουν διασωθεί συνεντεύξεις της, γεγονός που δυσκολεύει την έρευνα οποιουδήποτε μελετητή που θέλει να εντρυφήσει στη ζωή της, η παράσταση δε φιλοδοξεί να δρέψει τις δάφνες της βιογραφίας αυτού του μυθικού συμβόλου του ρεμπέτικου. Ελάχιστα τεκμήρια έχουμε για την πορεία της και ακόμα λιγότερες λεπτομέρειες για τη ζωή της.
Ωστόσο, ο Δημήτρης Καρατζιάς αναγνωρίζει στον άνθρωπο αυτόν μια πορεία ζωής, που αντανακλά επάνω της την ιστορία ολόκληρου του τόπου, από τη Μικρασιατική καταστροφή του 1922 μέχρι και τα πολεμικά χρόνια και με αυτό, ως γνώμονα, καταγράφει τα πεπρωμένα εκείνα της εποχής, που άλλαξαν την ιστορία αυτού του τόπου και δραματοποιεί γλαφυρά στιγμές από τη ζήση της τραγουδίστριας, με φόντο την ταβέρνα θρύλος «Τζίμης ο Χοντρός», τον οποίο υποδύεται ο ίδιος σε ρόλο αφηγητή.
Η ρεμπέτισσα Μαρίκα Νίνου γεννήθηκε το 1922 στο καράβι της προσφυγιάς (κατ’ άλλους το 1918 στον Καύκασο). Το πραγματικό της όνομα ήταν Ευαγγελία Νικολαΐδου. Σε ηλικία 10 ετών ήρθε στη Θεσσαλονίκη και το 1945 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου εμφανίστηκε σε διάφορα νυχτερινά κέντρα, κάνοντας ακροβατικά νούμερα, μαζί με τον άντρα και το παιδί της.
Τον Οκτώβριο του 1948, ο Στελλάκης Περπινιάδης την πήρε κοντά του για τραγουδίστρια στο κέντρο «Φλόριντα» της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, όπου και της έμαθε τα μυστικά του τραγουδιού. Η συνεργασία της με τον Βασίλη Τσιτσάνη το 1949 στο κέντρο «Τζίμης ο Χοντρός» υπήρξε καθοριστική στη ζωή και των δύο. Τα επόμενα χρόνια συνεργάστηκε στο πάλκο και στη δισκογραφία με πλήθος σημαντικών λαϊκών συνθετών, όπως ο Μανώλης Χιώτης, ο Γιάννης Παπαϊωάννου, ο Γιώργος Μητσάκης, ο Απόστολος Καλδάρας κ.ά.
Η μακροβιότερη, όμως, και πιο παραγωγική συνεργασία της ήταν αυτή με τον Τσιτσάνη. Υπήρξε η μούσα, που τον ενέπνευσε όσο καμιά άλλη. Τον Οκτώβριο του 1951 πήγαν μαζί στην Κωνσταντινούπολη. Μετά το ταξίδι αυτό χώρισαν ξαφνικά και η Μαρίκα πήγε στην Αμερική, όπου τραγούδησε δίπλα στον Κώστα Καπλάνη επί δύο χρόνια.
Πριν πάει στην Αμερική είχε κάνει στην Αθήνα εγχείρηση καρκίνου, αλλά στην Αμερική παρουσίασε ραγδαία μετάσταση. Επέστρεψε αμέσως στην Ελλάδα, όπου εργάστηκε για λίγο με φοβερούς πόνους. Πέθανε, σε ηλικία μόλις 39 ετών, στις 23 Φεβρουαρίου του 1957.
Τη Μαρίκα Νίνου σ’ αυτή την παράσταση – κατάθεση ψυχής, υποδύεται συγκλονιστικά η σπουδαία Ελένη Ουζουνίδου, ηθοποιός με βραβεία ερμηνείας και με καθολική αναγνώριση από κοινό και κριτικούς.
Η Ελένη Ουζουνίδου – Μαρίκα Νίνου, πληθωρική, γήινη, σημερινή, τραγουδά με μπρίο, παίζει με αισθαντικότητα και πάθος, ζωντανεύει με αυθεντική λαϊκότητα, με χιούμορ και χωρίς υπερβολές τη μεγάλη ρεμπέτισσα, της δίνει ρεαλιστική διάσταση, εφόσον βιώνει έντονα συναισθηματικά σκαμπανεβάσματα, καθώς θυμάται, χαίρεται, λυπάται, γελάει, δακρύζει, θυμώνει, ώστε ο θεατής θαρρεί ότι είναι μπροστά του η Νίνου, συνδιαλέγεται μαζί της, σιγοτραγουδά εμβληματικά τραγούδια της και γεύεται τα στιγμιότυπα, τα σημαντικά ιστορικά, τα ιδιωτικά πιπεράτα, όλα εκείνα της εποχής που ο Δημήτρης Καρατζιάς ενσωμάτωσε στο έργο, ως σπαράγματα μιας βραχείας ζωής, αλλά έμπλεης συγκλονιστικών καταστάσεων είτε προσωπικών είτε ευρύτερα εθνικών.
Από τη σκηνή η συγκίνηση και η νοσταλγία αγκαλιάζουν την πλατεία, η αίθουσα μεταλλάσσεται σε ταβέρνα του «Τζίμη του Χοντρού» και οι θεατές συγκροτούν ταχύτατα μια παρέα- θαμώνων του ρεμπετάδικου. Ο Τζίμης Μάρκου ενσαρκώνεται μελετημένα από τον Δημήτρη Καρατζιά, ο οποίος εντυπωσιάζει με τη τεχνική του στην αφήγηση, την επιβλητική φωνή του, τη σκηνική του παρουσία.
Το σκηνικό της Κικής Μαυρίδου, όπως προείπα, αναπαριστά τη λιτή αίθουσα μιας ταβέρνας της εποχής με τις παραδοσιακές καρέκλες και τα τραπεζάκια, αλλά και το μεταλλικό κύπελλο με το κρασάκι που συνόδευε τους θαμώνες στη διασκέδασή τους.
Τα κοστούμια του Μιχάλη Σδούγκου έχουν την απλότητα και τη λαϊκότητα που απαιτείται.
Η πρωτότυπη μουσική του Μάνου Αντωνιάδη αγκαλιάζει τον λόγο και τον συνοδεύει αρμονικά, ενώ οι φωτισμοί της Χριστίνας Φυλακτοπούλου εστιάζουν σωστά στην πρωταγωνίστρια της ιστορίας, αλλά και στον συνοδοιπόρο της.
Παράσταση σε δεκατρείς σκηνές, ένα συγκινητικό και πλήρες αφιέρωμα στην αξέχαστη Μαρίκα Νίνου, που μέσα σε τριανταπέντε χρόνια έζησε καταστάσεις και γεγονότα που στις μέρες μας φαντάζουν υπερβολές, επειδή οι άνθρωποι σε ειρηνικούς καιρούς γεμίζουν τη ζωή τους με συνήθειες και βολέματα και, συνήθως, με ανούσια μικροπράγματα.
Δείτε την παράσταση, όπου τη συναντήσετε, επειδή περιοδεύει στα μεγάλα αστικά κέντρα.
Συντελεστές
Συγγραφέας /Σκηνοθεσία: Δημήτρης Καρατζιάς
Πρωτότυπη μουσική: Μάνος Αντωνιάδης
Σκηνικό / Κοστούμια: Κική Μαυρίδου
Σχεδιασμός φωτισμών / Φωτογραφίες παράστασης: Χριστίνα Φυλακτοπούλου
Τrailer παράστασης: ORKI Productions
Αφίσα παράστασης: Γιάννης Κεντρωτάς
Πρόγραμμα παράστασης / κείμενο: Εκδόσεις Αιγόκερως
Βοηθός Σκηνοθέτη: Δήμητρα Κολλά
Διεύθυνση Παραγωγής: Δήμητρα Γεωργοπούλου
Επικοινωνία / Προώθηση παράστασης / Oργάνωση περιοδείας: Νταίζη Λεμπέση / Email daisylempesi@hotmail.gr
Παραγωγή: VAULT Theatre Plus
ΔIANOMH
Στο ρόλο της Μαρίκας Νίνου η Ελένη Ουζουνίδου
και στο ρόλο του Τζίμη Μάρκου ο Δημήτρης Καρατζιάς
ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 75‘ (χωρίς διάλειμμα)
Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΘΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΕΙ ΣΤΗΝ ΚΑΒΑΛΑ ΣΤΙΣ 23 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ, ΗΜΕΡΑ ΘΑΝΑΤΟΥ ΤΗΣ ΜΑΡΙΚΑΣ ΝΙΝΟΥ, ΣΤΟΝ ΑΠΟΛΛΩΝΑ
ΠΑΥΛΟΣ ΛΕΜΟΝΤΖΗΣ