«Δον Κάρλος» του Φρίντριχ Σίλλερ από το Κ.Θ.Β.Ε. σε σκηνοθεσία Γιάννη Χουβαρδά
ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΥΛΟ ΛΕΜΟΝΤΖΗ
Το δράμα του 18ου αιώνα του Σίλλερ, έχει προσφερθεί επανειλημμένως σε «πτήσεις» θεατρικής φαντασίας. Ιδεαλισμός, ίντριγκα, αιμομικτική αγάπη, μια εμφάνιση της τελευταίας στιγμής από έναν Μεγάλο Ιεροεξεταστή–πραγματικά, κανείς δεν τον περιμένει– εν μέσω του ασφυκτικού πρωτοκόλλου της ισπανικής αυλής του 16ου αιώνα.
Αυτό το εξαίσιο δραματικό ποίημα του Σίλλερ δε γεννήθηκε μόνο από καλή έμπνευση, αλλά και με καλή μοίρα. Ο ρόλος του μέσα στην ιστορία του θεάτρου είναι ρόλος αναγέννησης και εξιλασμού.
Πρωτοπαίχτηκε στο αυλικό θέατρο της Μαγχάιμ στις 7 Απριλίου 1788 και για την εποχή του υπήρξε ολόκληρη επανάσταση. Αυτό κυρίως ξεκαθάρισε τη γερμανική σκηνή απ’ τις ανούσιες αστικές ηθικολογίες και τα ιπποτικά κατασκευάσματα. Τόσο, που οι ιστορικοί του θεάτρου να μπορούν σήμερα να παρατηρούν, ότι μέσα σ’ ελάχιστο καιρό το γερμανικό θέατρο έφτασε τότε στο ύψος των μεγαλύτερων πνευματικών αποδόσεων της ανθρωπότητας.
Αλλά ο «Δον Κάρλος» ήταν μια πνευματική κάθαρση και για τον ίδιο το Σίλλερ, επειδή ο ποιητής αφήνει το καταστροφικό μένος της πρώτης δραματικής παραγωγής του και, από αναρχικός επαναστάτης του παρελθόντος, γίνεται ο ονειροπόλος νομοθέτης του μέλλοντος. Δεν κρίνει πλέον αλλά οραματίζεται. Και στους οραματισμούς του δεν εφευρίσκει πρόσκαιρες συνταγές για το παρόν, δίνει συνθήματα για τους αιώνες.
Πολυδιάστατο κείμενο ο «Δον Κάρλος» του Σίλλερ. Τρεις διαφορετικές υποθέσεις πλέκονται με απαράμιλλη μαεστρία μέσα στο ίδιο δράμα : μια ανδρική φιλία, μια οικογενειακή ραδιουργία και μια κοσμοϊστορική διχόνοια. Είναι αληθινός ο μύθος ; Δεν ενδιαφέρει. Αρκεί που ο ποιητής τού έχει εμφυσήσει δραματική ζωή. Η ζωή αυτή είναι η μόνη αλήθεια του θεάτρου.
Αν ο Φίλιππος Β΄ της Ισπανίας παρέδωσε τον επαναστάτη Ινφάντη του στους ιεροεξεταστές, αν ο Δον Κάρλος είχε αγαπήσει τη βασίλισσα-μητριά του, αν ο μαρκήσιος Πόζας θυσιάστηκε για να σώσει τον φίλο του, αυτά ενδιαφέρουν τους ιστοριοδίφες. Η ιστορία μπορεί να έζησε τα γεγονότα της αλλιώς.Η ποίηση αναπλάθει την ιστορία.
Άλλωστε, και τα γεγονότα και η πλοκή τους και όλος ο ρομαντικός διάκοσμος του έργου, οι μουσικές , τα ματωμένα μαντίλια, οι λιποθυμίες, οι ίντριγκες, όλα αυτά δεν είναι παρά «το κείμενο για τη μεγάλη μουσική του ήθους». Ακόμα και το δραματικό βάθος του έργου ( το πρόβλημα της αντίθεσης δυο γενεών, η ακατανοησία της παλιάς για την αισθηματική ορμή της νέας), δεν είναι, όπως ο ίδιος ο Σίλλερ εξήγησε, παρά ένα πρόσχημα για να κηρύξει την πολιτική του θεωρία.
Ας μη γίνει κακή παρανόηση. Ο Σίλλερ δεν καταπιάνεται με μικροζητήματα της ημέρας. Η κοσμοθεωρία του είναι μια πολιτική «με προοπτική χιλιετηρίδων». Αλλά απάνω κι απ’ την ιδεαλιστική θεωρία του είναι το δράμα, ως δράμα. Είναι η παθητική μελωδία της ποίησης. Ο λυρικός παλμός. Το θέατρο, αυτό προπάντων. Το μεγάλο θέατρο.
Το αριστούργημα του Φρίντριχ Σίλλερ εμπνευσμένο από πραγματικά πρόσωπα και γεγονότα του 16ου αιώνα, γεμάτο έρωτες και πάθη, σταυρούς και ξίφη, ηρωισμούς και ραδιουργίες, ψέματα και αυτοθυσίες, εκμυστηρεύσεις και προδοσίες, αποτελεί μια τρομακτική κραυγή ενάντια στην τυραννία της εξουσίας.
ΣΚΗΝΟΘΕΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Δον Κάρλος 2024 ή η σκοτεινή νοημοσύνη
Ο Δον Κάρλος αποτελεί ένα κορυφαίο κομψοτέχνημα της παγκόσμιας δραματουργίας. Νεανικό αλλά και ώριμο, ενθουσιώδες αλλά και πυκνό σε νοήματα, δραματουργικά πολυσύνθετο αλλά και θεατρικά απολαυστικό, κλασικό αλλά και σύγχρονο, προσφέρει σε όποιον καλλιτέχνη καταπιαστεί μαζί του τεράστια ανταπόδοση. Και ακριβώς το ίδιο ισχύει και για τον θεατή.
Ένα έργο που στην πλήρη του ανάπτυξη διαρκεί πάνω από πέντε ώρες, με δεκάδες δραματικά πρόσωπα, δαιδαλώδη εξέλιξη και άπειρες ανατροπές, με πολύπλοκο ιστορικό υπόβαθρο και διπλοκεντημένη γλώσσα, ένα δράμα που μπορεί να χαρακτηριστεί ταυτόχρονα ερωτικό, πολιτικό, ποιητικό, φιλοσοφικό, υπαρξιακό (για να αναφέρω μερικά μόνο από τα πολλά λογοτεχνικά είδη που το απαρτίζουν), στην παράστασή μας συμπυκνώνεται σε καθαρή διάρκεια 130 λεπτών. Έχει λοιπόν τεράστια σημασία για μας, όλους τους ανθρώπους που δούλεψαν επί τρεις σχεδόν μήνες για να προσφέρουμε στο κοινό με όσο πιο έντιμο τρόπο μπορούσαμε αυτό το θαυμαστό κείμενο, να έχουμε την πλήρη ενέργεια των θεατών μας, τη συγκέντρωσή τους, τη συμμετοχή τους σ’ αυτό το δύσκολο εγχείρημα. Και τότε είναι σίγουρο ότι οι θεατές μας θα αποσπάσουν ως ανταμοιβή τους το 100% της αξίας του αριστουργήματος του Σίλλερ.
Ένα έργο γραμμένο στα τέλη του 18ου αιώνα, μπορεί να μιλά τόσο καθαρά, εύστοχα και προφητικά, για τη σχέση του ανθρώπου με την εξουσία, για την ακατάσβεστη ανάγκη του για ελευθερία και τον άπληστο γιγαντισμό των μηχανισμών του κράτους, το οποίο, αφού παρακολουθήσει, καταπιέσει, καταστείλει ανελέητα τους πολίτες του (μεταφορικά, και –στην περίπτωσή μας– κυριολεκτικά, τα ίδια τα παιδιά του), στο τέλος τούς αφαιρεί κάθε έννοια ανθρωπιάς, καταλήγοντας να απεμψυχώσει την ίδια του την υπόσταση και να καταντήσει –όπως συμβαίνει δυστυχώς πολύ φανερά πλέον στις μέρες μας– μια σκοτεινή μηχανή τεχνητής νοημοσύνης.
Γιάννης Χουβαρδάς
Οκτώβριος 2024
Το έργο είχε ανεβεί από το Κ.Θ.Β.Ε. το 2006 σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Αρβανιτάκη. Δεκαοκτώ χρόνια μετά ο Γιάννης Χουβαρδάς, φημισμένος σκηνοθέτης με «ακριβή» θητεία στο θέατρο, ανεβάζει το «Δον Κάρλος» στον αυτό κρατικό φορέα, υπακούοντας σε ερεθίσματα που αναφέρονται στο παραπάνω σημείωμά του, όπου αναγνωρίζουμε ομόλογες τάσεις της εποχής μας και της χώρας μας, με το ιδεολογικό περιεχόμενο του έργου.
Η αναφερόμενη,όμως, επικοινωνία με τον σύγχρονο προβληματισμό και η δραστηριότητά της, πιστεύω ότι δεν αγγίζει πια το κοινό. Ο οραματικός φιλελευθερισμός του Σίλλερ είναι μια πεπατημένη και κορεσμένη οδός σήμερα και οι αξίες της, αυταπόδεικτες, δεν αιφνιδιάζουν συγκινητικά την κοινωνική συνείδηση του σύγχρονου ανθρώπου.
Έστω κι αν παραχωρητικά δεχτεί κανείς ότι ο «Δον Κάρλος» λειτουργεί ακόμη στην ευαισθησία του κοινού, αυτό οφείλεται, ίσως, σε συσχετισμούς και προεκτάσεις του θεατή, που δε θα ήταν εύκολο να μην ελεγχθούν είτε για αφέλεια είτε για αυθαιρεσία.
Ο κ. Χουβαρδάς μάς δίνει την όψη μιας φροντισμένης παράστασης στη λεπτομέρεια, αλλά με πολλά δάνεια ( ευρήματα) ανακατεμένα μεταξύ τους, ώστε δεν υπάρχει κύριος χαρακτήρας. Από τον γερμανικό εξπρεσιονισμό, τη Μπελ Επόκ, την «Αναγέννηση», η οποία αντιπαρέβαλε
στη διάσταση της χριστιανικής αλήθειας που κυριαρχούσε στη χριστιανική
δραματουργία, τα εύστροφα παρωδιακά δείγματα της λαϊκής μεσαιωνικής
κωμικότητας, αλλά και τη κομέντια ντελ άρτε, αν δεχθούμε ότι η κίνηση του Κάρλος- Φραγκούλη ήταν Μολιερική, έως τα κόμικς.
Πλέκονται – υποθέτω για να ελαφρύνει το βάρος των 180 λεπτών και για στεφανωθεί το όλο εγχείρημα με έναν σύγχρονο σφυγμό, ώστε το κοινό να βρει αιτία για γέλιο- το γαλλικό καμπαρέ, τα ισπανόφωνα τραγούδια, με την παρωδία ιεροεξεταστικού τρόμου.
Η έναρξη είναι επιβλητική και υποβλητική, καθώς τα πρόσωπα της βασίλισσας και της αυλής της εμφανίζονται με βηματισμό μοναρχικού, δικτατορικού καθεστώτος, όπως οι Ναζί του Χίτλερ, όπως οι Βορειοκορεάτες του Κιμ, όπως ο Κόκκινος Στρατός του Στάλιν. Ταυτόχρονα, ακούγονται κραυγές από βασανισμούς των θυμάτων Ιεροεξεταστών. Όλη η σκηνή στιγματίζει το σκοτεινό και ζοφερό τρόπο βασιλείας ενός μονάρχη και προϊδεάζει το κοινό για τη συνέχεια, η οποία κομίζει εκπλήξεις.
Ωστόσο, η εναλλαγή των σκηνών εντυπωσιάζει, επειδή εμφανίζονται ανατροπές αιφνίδιες που δεν ακολουθούν μια συγκεκριμένη συνθήκη. Υπερυψωμένες τηλεοπτικές οθόνες καταγράφουν ό,τι συμβαίνει στη σκηνή και στα βασιλικά ιδιαίτερα διαμερίσματα , τα οποία τοποθετήθηκαν από κάτω της ειρωνικά, πενιχρά, ανάξια του μεγαλείου του τίτλου, όπου εκεί ξαποσταίνει ο βασιλιάς Φίλιππος. Τον θεσμό ο σκηνοθέτης αποδομεί με μια ευτελή χάρτινη κορώνα στο κεφάλι του μονάρχη και μια ευτελή φορεσιά που θυμίζει γκρουμ οπουδηποτε. Μια τεράστια φωτισμένη ουρανοκατέβατη οθόνη, δίκην «Μεγάλου αδερφού» συμπληρώνει το σκηνικό, ενώ περιμετρικά του δαπέδου υπάρχουν σκαλωσιές και μια πολυθρόνα ,ας πούμε, μεγαλόπρεπη.
Η διάταξη και η κίνηση των προσώπων (Δημήτρη Σωτηρίου), η ιδιαίτερη αντίληψη του αφαιρετικού σκηνικού χώρου ( Νίκης Ψυχογιού), καθώς δεν υπάρχει πουθενά οικιακή άνεση και το απειλητικό κενό στη σκηνή, υποδηλώνουν έντονα την καταπιεστική ατμόσφαιρά του. Αρχικά αντικρίζουμε ένα επικλινές δάπεδο με γραφήματα, όπου τα πρόσωπα βαδίζουν με παιγνιώδη τρόπο. Εκεί αντιλαμβάνεται ο θεατής ότι ο σκηνοθέτης παρωδεί μια συνήθεια συμπεριφοράς αυλικών μπροστά στον μονάρχη. Αργότερα καλύπτεται η επιφάνεια με μαύρο πλαστικό επίστρωμα, ώστε να παραπέμπει το ανακτορο σε σκοτεινή ή διαπλεκόμενη βασιλεία.
Η ανεξάρτητη φύση της Βασίλισσας εκπέμπεται από τα rollers και το πατινάζ που κάνει στη σκηνή, από τις κραυγές της, αλλά και η υποταγή της στο στέμμα με υποχρεωτική σεξουαλική συνεύρεση με τον σύζυγο –μονάρχη.
Ο κ. Χουβαρδάς με σαρκαστικό ύφος ανατρέπει τις κοινωνικές συμβάσεις και ασκεί κριτική στις κοινωνικές και πολιτικές καταστάσεις της εποχής, στο εκάστοτε καθεστώς, αντιπαραθέτoντας με μαεστρία την τραγωδία με την κωμωδία.
Βεβαίως, στον σκηνοθέτη και διασκευαστή οφείλονται και η οικονομία στον χρόνο και η εικαστική άποψη στα φανταχτερά κοστούμια (Ιωάννας Τσάμη), που ευθέως παραπέμπουν στη μυστικοπαθή Ισπανία, αλλά και η υποβλητική μουσική του Φώτη Σιώτα.
Η συνολική άποψη του σκηνοθέτη, στην παραστατικότητα του κειμένου, περνά – κατά την άποψή μου – το μηνυμα: Ζούμε με αυταπάτες και εξαρτήσεις. Με κυρίαρχους μύθους που δημιουργούν ένα ατιθάσευτο όνειρο και οδηγούν αριθμητικά στον γκρεμό. Κανείς δεν γλίτωσε ποτέ από τον εαυτό του, κανείς δεν κατάφερε να τα βάλει με το περιβάλλον του και να βγει σώος κι ευτυχής. Τουλάχιστον, κάπως έτσι έχουν τα πράγματα για όποιον θυσιάζει καθημερινά την επιθυμία στον βωμό της κοινωνικής ασφάλειας ή αναγκάζεται να υποβάλει το βαθύ θέλω στον αφρό των αστραφτερών ημερών. Αν κάτι δεν πάει καλά και η εφήμερη ευτυχία –της καριέρας, της σχέσης, της οικογενειακής θαλπωρής– αρχίσει να παραπαίει, τότε οι ψυχικές τρικυμίες παρασύρουν τα πάντα στο διάβα τους.
Θα πω, επίσης, ότι το επικρατέστερο στοιχείο στην παράσταση είναι η εσωτερική ανέλιξη του ήρωα, που την σφραγίζει στην ακραία φάση της, ο θάνατος.
Ο Χάρης Φραγκούλης αγωνίζεται φιλότιμα να ερμηνεύσει τον Δον Κάρλος, όπως τον οραματίστηκε ο σκηνοθέτης. Συναισθηματικό, επαναστατικό, φιλελεύθερο και χιουμορίστα. Έτσι, ο Κάρλος του είναι ένας αβοήθητος ονειροπόλος, μοιραία χτυπημένος από την αγάπη για τη θετή μητέρα του και βάναυσα παραμελημένος από τον σκληρόκαρδο πατέρα του.
Σε κάθε στάδιο, η σύγκρουση μεταξύ απολυταρχίας και ελευθερίας είναι συνυφασμένη με ένα δράμα για ελαττωματικές προσωπικές σχέσεις.
Το έργο διασπάται δραματικά, με τη μετάθεση του τραγικού βάρους στον ωραίο μαρκήσιο της Πόζα – επαρκέστατος ο Γιώργος Κολοβός στον ρόλο, ως μαχητής της ελευθερίας και της ισότητας – αλλά και στον βασιλιά Φίλιππο, που είναι και το πιο σύνθετο πρόσωπο.
Ο Γιάννης Χαρίσης είναι έμπειρος ηθοποιός και τον απολαμβάνω εδώ και χρόνια στο θέατρο. Ερμηνεύει σπαραχτικά τον βασιλιά σε όλες του τις εκφάνσεις. Σατράπης κυβερνήτης και σύζυγος αλλά και πατέρας σκληρός, που θα προτιμήσει να οδηγήσει τον μοναχογιό του στον θάνατο, παρά να χάσει το στέμμα.
Φυσικά, πολλές οι αιτίες και περισσότερο η κολακεία των αυλικών και, οπωσδήποτε, η φαρμακερή ζήλεια της πριγκίπισσας ‘Εμπολι (Ζωή Ευθυμίου) προς την Ελισάβετ – την υποδύεται η όμορφη και ελκυστική Λουκία Βασιλείου – με αίτιο τον έρωτα του Δον Κάρλος για τη νεαρή βασίλισσα, ενώ είναι η ίδια ερωτευμένη μαζί του.
Εξαιρετικές όλες οι σκηνές του Βασιλιά Φίλιππου – Γιάννη Χαρίση, ο οποίος είναι ο άνθρωπος που έχει θυσιάσει τραγικά την αγάπη στην εξουσία, νομίζει λανθασμένα ότι βρήκε έναν παρένθετο γιο στον μαρκήσιο της Πόζα, αυτή που γίνεται η πιο στοιχειωμένη της βραδιάς καθώς ο Χαρίσης κοιτάζει στα μάτια του μαρκήσιο – Κολοβό, σαν να ψάχνει στην ψυχή του.
Ο Ιεροεξεταστής, είναι όλος ο απειλητικός και θρησκευτικός σκοταδισμός, χλευάζει τη «ματαιοδοξία της λογικής». Εδώ είναι η αληθινή δυαδικότητα του έργου. Ένας εξαιρετικός Κώστας Σαντάς, γρυλίζοντας σαν άγριο θηρίο αντιμετωπίζει τον Κάρλος, αλλά είναι πάντα συναισθηματικά, δύο γραμμές μπροστά από το σενάριο.
Πολύ καλός και ο Δημήτρης Τσιλινίκος ως Δούκας της ΄Αλμπα. Δυναμικός, στιβαρός, αλλά και δολοπλόκος, απόλυτα πειστικός στον ρόλο του.
Ο Θάνος Κοντογιώργης είναι ένας πονηρός, ευτελής πατέρας Ντομίνγκο, ο εξομολογητής του βασιλιά.
Και ο υπόλοιπος θίασος αναμετράται επιτυχώς με το έργο, πάντα στη γραμμή που επιβάλλει ο σκηνοθέτης και διασκευαστής του.
Με τον «Δον Κάρλος» του Σίλερ ολοκληρώνεται μια τετραλογία, προηγήθηκαν «Η άλλη πλευρά της καταιγίδας», «Don’t look back», «Βασιλιάς Ληρ», όπου το κλασσικό κείμενο συναντά τον σκηνοθέτη Γιάννη Χουβαρδά και αναπαρίσταται στη σκηνή.
Βεβαίως, αν δεχτούμε σαν πάγιο μέλημα τη «διδακτική» – συν τοις άλλοις – αποστολή ενός κρατικού φορέα πολιτισμού, όπως το Κ.θ.Β.Ε., το «Δον Κάρλος», από τα νεανικά κιόλας δείγματα της σιλλερικής δημιουργίας, έχει σήμερα να προσφέρει κάτι ουσιαστικό, από θεατρική άποψη; Και η στενά ιδεαλιστική δομή του αντιτυραννικού μηνύματός του ταιριάζει στον σημερινό αγώνα του ανθρώπου, που έχει διαμετρικά αντίθετη αφετηρία; Το καίριο μειονέκτημα της ρομαντικής ποίησης είναι ότι ανήκει στην εποχή της.
Το θεωρώ απολύτως λογικό να το υπερασπίζεται σε υπερθετικό βαθμό ο σκηνοθέτης, ο οποίος το επεξεργαζόταν για πολύ καιρό, όπως δηλώνει στο παραπάνω σημείωμά του, αλλά εύχομαι το κοινό να συμμεριστεί τις απόψεις του, μετά την αυλαία. Οι ηθοποιοί είναι επαγγελματίες εργάτες του θέατρου και δεν έχουν άλλη επιλογή από το «υπηρετείν» με τον καλύτερό τους εαυτό.
Η παράσταση στο θέατρο της Ε.Μ.Σ., μέσα από την καινοτόμο οπτική του διακεκριμένου σκηνοθέτη Γιάννη Χουβαρδά, ευτύχησε να μεταφέρει στο κοινό το κείμενο, μεταφρασμένο από τον βραβευμένο και σπουδαίο καθηγητή Γιώργο Δεπάστα, ο οποίος δηλώνει στο σημείωμά του, ότι ξεκίνησε τη μετάφραση σε έμμετρο λόγο, αλλά ήταν εξαιρετικό δύσκολο να συμπεριληφθεί το νόημα του έργου σε ενδεκασύλλαβο ή δεκαπεντασύλλαβο στίχο, οπότε κατέληξε στην κανονική μετάφραση. Μεγάλη απόλαυση για τον θεατή, τα υπέροχα ελληνικά του Γιώργου Δεπάστα.
Επίσης, η παράσταση ευτύχησε να αποδοθεί από έναν εξαιρετικό θίασο δοκιμασμένων ηθοποιών του φορέα, να προσφέρει ένα μεγάλο θέαμα και να προσπαθήσει να κρύψει την φθορά που έφερε ανάλγητα ο χρόνος στο έργο, συμμαζευμένο σε 180 λεπτά.
Επισημαίνω ότι ο «Δον Κάρλος» του Φρίντριχ Σίλλερ, ο οποίος ολοκλήρωσε τη συγγραφή του έργου το 1787 σε ηλικία 28 ετών, έχει 6282 σειρές , τις οποίες ο Σίλερ μείωσε σε 5448 για μια έκδοση του 1801. Πριν πεθάνει συντόμευσε περαιτέρω το έργο σε 5370 γραμμές. Ακόμα κι έτσι, αυτό ξεπερνά πολύ τον «Άμλετ» του Σαίξπηρ, του οποίου οι άκοπες 3929 γραμμές, χρειάζονται σχεδόν πέντε ώρες σε απόδοση.
Στην παράσταση του Κ.Θ.Β.Ε. εξελίσσεται στη σκηνή του θέατρου της Ε.Μ.Σ η ιστορία ως εξής: Ο Φίλιππος Β’ κυβερνά την Ισπανία και την αυτοκρατορία του με τη σιδερένια γροθιά και με τη βοήθεια της Ιεράς Εξέτασης. Η ελευθερία της έκφρασης αποδοκιμάζεται ως έγκλημα κατά του κράτους, της φύσης και της εκκλησίας. Ο γιος του Φίλιππου, Δον Κάρλος, με τον φίλο του Μαρκήσιο της Πόζα, ονειρεύονται μια πιο φιλελεύθερη Ισπανία, και αυτό τους οδηγεί αναπόφευκτα σε σύγκρουση, όχι μόνο με τον βασιλιά αλλά και με τους αυλικούς του και, τελικά, με την Ιερά Εξέταση.
Η σύγκρουση πατέρα και γιου δεν είναι μόνο ιδεολογική, αλλά και συναισθηματική. Ο Κάρλος είναι ερωτευμένος με τη νεαρή βασίλισσα του Βασιλιά, Ελισάβετ, με την οποία είχε αρραβωνιαστεί επίσημα πριν αποφασίσει ο πατέρας του να την παντρευτεί. Αυτό το θανατηφόρο μείγμα ίντριγκας, ζήλιας και προδοσίας, όπου όλα παίζονται κάτω από τα άγρυπνα μάτια του Καρδινάλιου Μεγάλου Ιεροεξεταστή, οδηγεί αναπόφευκτα σε αιματοχυσία.
Αυτά, σαν σύνοψη των όσων είδαμε και κατανοήσαμε στη μεγαλεπήβολη θεατρική ιδέα του κ. Χουβαρδά.
Μετάφραση: Γιώργος Δεπάστας,
Διασκευή – Δραματουργική & Σκηνική επεξεργασία μετάφρασης – Σκηνοθεσία: Γιάννης Χουβαρδάς,
Σκηνικά: NίκηΨυγογιού,
Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη,
Μουσική: Φώτης Σιώτας,
Κίνηση – Χορογραφίες: Δημήτρης Σωτηρίου,
Βίντεο Design: Παντελής Μάκκας,
Φωτισμοί: Τάσος Παλαιορούτας,
Α΄ Βοηθός Σκηνοθέτη: Σοφία Παπανικάνδρου,
Β’ Βοηθός Σκηνοθέτη: Βίκυ Κίτσιου,
Γ’ Βοηθός Σκηνοθέτη: Ιορδάνης Αϊβάζογλου,
Βοηθός Σκηνογράφου & Ενδυματολόγου: Δανάη Πανά,
Οργάνωση Παραγωγής: Εύα Κουμανδράκη,
Φωτογραφίες: MikeRafail (ThatLongBlackCloud)
Παίζουν οι ηθοποιοί (με αλφαβητική σειρά):
Ιορδάνης Αϊβάζογλου (Δούκας Μεντίνα-Σιντόνια), Λουκία Βασιλείου (Βασίλισσα Ελισάβετ), Ζωή Ευθυμίου (Πριγκίπισσα Έμπολι, σε διπλή διανομή), Στέλιος Καλαϊτζής (Κόμης Λέρμα), Γιώργος Κολοβός (Μαρκήσιος Πόζα), Θάνος Κοντογιώργης (Ντομίνγκο), Βασίλης Μπεσίρης (Δούκας Φέρια), ΜπέττυΝικολέση (Μαρκησία Μοντεκάρ), Κώστας Σαντάς (Μέγας Ιεροεξεταστής), Θεοφανώ Τζαλαβρά (Πριγκίπισσα Έμπολι, σε διπλή διανομή), Δημήτρης Τσιλινίκος (Δούκας Άλμπα), Χάρης Φραγκούλης (Δον Κάρλος, Διάδοχος του θρόνου), ΕλίζαΧαραλαμπογιάννη (ΛουίςΜερκάδο, ακόλουθος της Βασίλισσας), Γιάννης Χαρίσης (Φίλιππος Β΄)
Έκτακτη αντικατάσταση:
Νατάσσα Δαλιάκα, Δημήτρης Καρτόκης
Κυρίες και Κύριοι:
ΛίληΑδρασκέλα, Ζωή Ευθυµίου, Κωνσταντίνος Καπελλίδης, Αίγλη Κατσίκη, Δημήτρης Καυκάς, Αναστασία Κελέση, Νίκος Κουσούλης, Πασχάλης Τερζής, Θεοφανώ Τζαλαβρά
Βίντεο – μοντάζ επί σκηνής: Γιώργος Ζλατάνος
ΠΑΥΛΟΣ ΛΕΜΟΝΤΖΗΣ